- ζυγόμορφος
- -η, -οβοτ. αυτός που παρουσιάζει το φαινόμενο τής ζυγομορφίας, τής αμφίπλευρης συμμετρίας ως προς ένα κατακόρυφο επίπεδο.[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zygomorphous (< ζυγός + -μορφος < μορφή)].
Dictionary of Greek. 2013.